Τις τελευταίες δεκαετίες, η μετανάστευση στο ευρωποκεντρικό κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο μεταφράζεται ως μια «συνεχιζόμενη κρίση» η οποία διαχειρίζεται- αντιμετωπίζεται μέσα από κανονισμούς για τα σύνορα και αναδυόμενες πολιτικές απαγόρευσης των μετακινήσεων ως μέτρο αντιμετώπισης των επικείμενων κινδύνων.
Η «συνεχιζόμενη κρίση ή «ανθρωπιστική- προσφυγική» φαίνεται να είναι ένα ζήτημα πολιτικό. Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ως «πρόβλημα του Τρίτου κόσμου» (Malkki, 1995) και σε επίπεδο πολιτικών παρεμβάσεων δικαιολογείται η υιοθέτηση μέτρων και πρακτικών που στρέφονται στην άμυνα κατά της μετανάστευσης, στο διαχωρισμό- κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε πρόσφυγες και μετανάστες, στη διάκριση των χωρών σε αυτές που παράγουν πρόσφυγες και σε αυτές που δέχονται.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς που εντάσσεται η έννοια του ανθρωπισμού και κυρίως πως αυτή διαμορφώνεται στο προσφυγικό ζήτημα.
Εννοείται στους όρους των στρατηγικών παρεμβάσεων και στα συστήματα διαχείρισης;
Αναζητείται στη δημιουργία προσφυγικών καταυλισμών (camps) και στις τυποποιημένες πρακτικές φροντίδας και ελέγχου των προσφύγων;
Σκιαγραφείται στα αφηγήματα αναφορικά στην «προσφυγική εμπειρία» ως κάτι το ενιαίο, ομοιογενές και δια-ιστορικό (Minale, & Schönberg, 2017);
Αξίζει να σημειωθεί ότι, το τελευταίο έχει οδηγήσει στην κατάταξη ετερογενών πολιτιστικά και εμπειρικά ομάδων ή ατόμων σε μια κατηγορία που βιώνουν απαράλλαχτες συνθήκες και έχουν τις ίδιες ανάγκες παρέμβασης «αδιαφορώντας» για το άτομο, τις υποκειμενικές ανάγκες, τις ελπίδες και την προσωπική ταυτότητα.
Η πραγματικότητα, αναλογιζόμενοι και τα ανωτέρω ερωτήματα, αποδεικνύει ότι το ανθρωπιστικό ζήτημα υποβιβάζεται εις βάρος των θεσμοθετημένων απαγορεύσεων και των συνοριακών πολιτικών. Η «προσφυγική εμπειρία» από-ανθρωποποιείται με γνώμονα τις πολιτικές, την οικονομία σε βαθμό που ο άνθρωπος-πρόσφυγας-μετανάστης έχει χάσει τη φωνή του.
Οι αληθινοί εμπλεκόμενοι αυτών των κοινωνικών, ιστορικών και πολιτικών συνθηκών έχουν υποβιβαστεί σε «βουβά θύματα». Είναι πιο σημαντική η εικόνα ενός πνιγμένου πρόσφυγα παρά η προσωπική του ιστορία. Επιπλέον, ως βουβός κομπάρσος της ζωής του λαμβάνει μέρος στην ιστορία είτε ως μέρος ενός προβλήματος που ο ίδιος δημιουργεί και οι άλλοι καλούνται να λύσουν είτε έχει ο ίδιος πρόβλημα (ψυχολογικό, σωματικό) και πάλι οι άλλοι θα πρέπει να φροντίσουν με τους τρόπους που ξέρουν. Στην τελική, ο πρόσφυγας (πρώτα) είναι εκείνος που είτε είναι είτε έχει (πρόβλημα).
Η δυτική κοινωνία αναζητά διαρκώς για αντικειμενικά και αξιόπιστα στοιχεία, για νούμερα που θα περιγράψουν μια συνθήκη. Αυτά είναι δεδομένα που μπορεί να εμπιστευτεί και να εντάξει στα πλαίσια των παρεμβάσεων και των στρατηγικών διαχείρισης.
Ο ίδιος ο πρόσφυγας, είναι αναξιόπιστος εξαιτίας των δυσκολιών και των εμπειριών που έχει υποστεί. Εξάλλου πόσο μπορεί να διαφέρει το υποκειμενικό του βίωμα από το γενικότερο αφήγημα της «προσφυγικής εμπειρίας». Μια όμως πληγή στο σώμα μιλάει δυνατότερα από τις λέξεις όπως αναφέρεται από την McClintock (1992). Και αυτό γιατί οι πληγές μοιάζουν να είναι μια πιο συνεπής πηγή γνώσης σε σχέση με τις υποκειμενικές αφηγήσεις των ανθρώπων που έχουν υποστεί αυτές τις πληγές.