Η μετανάστευση και γενικότερα η μετακίνηση πληθυσμών αποτελεί ένα ψυχοπιεστικό συμβάν το οποίο υποβάλει το άτομο σε μια αλληλουχία γεγονότων που ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά την ψυχολογική του κατάσταση (Bhurga&Jones, 2000). Η μετακίνηση αυτή είτε ως επιλογή είτε λόγω εξαναγκασμού επιτελείται συνήθως σε τρεις φάσεις (Αποδέσμευση- αποχωρισμός από περιβάλλον προέλευσης, μετακίνηση-μετάβαση στο περιβάλλον εγκατάστασης, εγκατάσταση- προσαρμογή στο νέο περιβάλλον) και ανάλογα με το βαθμό, την ένταση και την επίπτωση των παραμέτρων στρες που τις συνοδεύουν κάνουμε λόγο για ψυχικό τραύμα ή την εκδήλωση μορφών ψυχοπαθολογίας (Μπέλλας & Λειβαδίτης, 2013). Οι παράμετροι στρες μπορεί να σχετίζονται με αμφιθυμία για το εγχείρημα, ενοχές του ατόμου για τα άτομα που αφήνει πίσω, θλίψη χωρισμού, τραυματικές εμπειρίες όπως βασανισμοί, απώλεια συγγενών, διωγμοί, φόβος, οδύνη για την απολεσθείσα κοινότητα-πατρίδα, έκθεση σε κακουχίες-κινδύνους, εκμετάλλευση από τους διακινητές, προσπάθεια προσαρμογής σε μια διαφορετική κουλτούρα με άλλη γλώσσα στη χώρα υποδοχής. Οι παράγοντες αυτοί που χαρακτηρίζονται ως μακρο-παράγοντες επηρεάζουν την ψυχική υγεία του ατόμου και βρίσκονται σε μια συνεχόμενη αλληλεπίδραση με τους μικρο-παράγοντες. Τα στοιχεία εκείνα δηλαδή της προσωπικότητας του ατόμου, την ψυχολογική ευρωστία, την πολιτισμική του κουλτούρα, την αποδοχή και υποστήριξη από την ομάδα του (Anagnostopoulosetal., 1994).
Σε ερευνητικό επίπεδο, τις τελευταίες δεκαετίες το ενδιαφέρον εστιάζει στην επιδημιολογία των ψυχιατρικών διαταραχών μεταξύ συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων μεταναστών σε σύγκριση με την επιδημιολογία των ίδιων διαταραχών του γηγενούς πληθυσμού. Τα δεδομένα όμως δεν χαρακτηρίζονται από ομοιογένεια και δεν αρκούν για να στηρίξουν το επιχείρημα ότι η μετανάστευση αυτή καθαυτή είναι παράγοντας αύξησης της ψυχιατρικής νοσηρότητας στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς. Στην Ελλάδα δεν έχουν γίνει συστηματικές ερευνητικές προσπάθειες. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται αφορούν επίσης επιδημιολογικά στοιχεία καθώς και στοιχεία σχετικά με τις ψυχικές ασθένειες μεταναστών κυρίως όπως αυτές καταγράφονται σε δομές ψυχικής υγείας.Αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος της ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας σχετικά με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες ασχολείται κυρίως με τον ενήλικο πληθυσμό και λιγότερο με τους ανήλικους συνοδευόμενους ή ασυνόδευτους. Εκτιμάται ότι αυτό γίνεται καθώς πολλές φορές αντιμετωπίζονται ως συνέχεια των κηδεμόνων τους ή των γονιών τους παραβλέποντας το γεγονός ότι οι ανήλικοι που μεταναστεύουν βρίσκονται σε περιόδους σημαντικών και ταχύτατων αλλαγών σε βασικούς τομείς της ζωής τους όπως το βιοσωματικό, το γνωστικό, το συναισθηματικό, τον κοινωνικό (Μοττη-Στεφανίδη, 2000). Στο πλαίσιο αυτό η μετακίνηση είτε ως επιλογή είτε ως εξαναγκασμός, η επαφή με μη οικείο περιβάλλον και η εκτεταμένη πορεία επιπολιτισμού είναι εξαιρετικά στρεσογόνες διαδικασίες συνυφασμένες με πολυάριθμες και ταυτόχρονες αλλαγές σε αυτούς τους τομείς.
Επιπλέον, βιβλιογραφικά εμφανίζεται πλήθος αναφορών που παρουσιάζουν μια εύλογη σχέση μεταξύ των μετακινούμενων πληθυσμών (μεταναστών, προσφύγων) και της ύπαρξης επιπτώσεων στην ψυχική τους υγεία καθώς και της παρουσίας ψυχοπαθολογίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των πληθυσμών που αντιμετώπισαν συνθήκες πολέμου, διωγμών, εθνοκάθαρση να εμφανίζουν πιθανότατα υψηλά ποσοστά μετατραυματικών συνδρόμων. Σε άλλες περιπτώσεις, όσοι βιώνουν συνθήκες έσχατης ανέχειας, αποκλεισμού, ρατσιστικής συμπεριφοράς στις χώρες που εγκαθίστανται, πιθανόν να εμφανίζουν υψηλά ποσοστά συμπτωμάτων αποθάρρυνσης και καταθλιπτικές εκδηλώσεις. Αποτελεί επίσης, κοινή γνώση ότι η στρεσογόνος διαδικασία προσαρμογής, ο επιπολιτισμός, συνοδεύεται από αυξημένη νοσηρότητα στους μετανάστες συγκριτικά με τον λεγόμενο γηγενή πληθυσμό. Η αποτυχημένη προσπάθεια επιπολιτισμού, η μη αποδοχή από την κοινωνία προκαλεί ματαίωση με αποτέλεσμα τη δημιουργία αρνητισμού, επιθετικότητας τα οποία με τη σειρά τους εξελίσσονται σε αυτοκαταστροφικές τάσεις ή και κατάθλιψη (Δημητρίου-Παπαβασιλείου, 2005). Εντούτοις, υπάρχει και η θεώρηση ότι η μη εκδήλωση ψυχικών ασθενειών, προστατεύεται από το γεγονός ότι οι πρότερες συνθήκες ήταν χειρότερες από αυτές που αντιμετωπίζουν στη χώρα υποδοχής κάτι το οποίο δημιουργεί το αίσθημα του ελπίζειν για βελτίωση των συνθηκών στο μέλλον.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Anagnostopoulos, Vlassopoulou, Rotsika, Pehlivanidou, Legaki, Rogakou, Lazaratou: Psychopathology and Mental Health Service Utilization by Immigrants’ Children and their Families. Int. Migration 32(1):29- 47, 1994. http://mighealth.net/el/index.php/
Bhugra D, Jones P. Migration and mental illness. Adv Psychiatr Treat.2000;7:216-223
Δημητρίου-Παπαβασιλείου,Δ. (2005). Η Ψυχική Υγεία και η Επίδραση της Μετανάστευσης στην Ελληνική Πραγματικότητα. ΔΕ.ΠΑ.ΜΑΚ, Θεσσαλονίκη.
Μπέλλας, Γ., Λειβαδίτης, Μ. (2013). Ψυχοπαθολογικές Επιπτώσεις της Μετανάστευσης. Εγκέφαλος; 50: 100-113.
Μόττη-Στεφανίδη, Φ. (2000). Η εξέλιξη της προσωπικότητας στην εφηβεία. Στο Ι.Τσιάντης (Επιμ.), Βασική Παιδοψυχιατρική (τόμ. 2, τεύχ. 1: Εφηβεία, σελ. 75-100). Αθήνα: Καστανιώτης.